Η IKEA προχώρησε σε μια σημαντική κίνηση, ανακοινώνοντας τη συνεισφορά ύψους έξι εκατομμυρίων ευρώ για την οικονομική αποζημίωση πρώην πολιτικών κρατουμένων στην Ανατολική Γερμανία, οι οποίοι αναγκάστηκαν να εργαστούν υπό καταναγκαστικές συνθήκες για το όφελος δυτικών εταιρειών, όπως ανακοίνωσε η Deutsche Welle.
Η δέσμευση αυτή της σουηδικής εταιρείας έρχεται σε συνέχεια μιας υπόσχεσης που είχε δοθεί το 2012, όταν αποκαλύφθηκαν οι πρώτες εκθέσεις για την εμπλοκή εταιρειών της Δύσης στο σύστημα καταναγκαστικής εργασίας στην πρώην Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας (ΛΔΓ). Σύμφωνα με τις τότε έρευνες, επιχειρήσεις και από τη Δυτική Γερμανία είχαν ωφεληθεί από την εργασία των κρατουμένων, που σε πολλές περιπτώσεις εκτελούσαν επικίνδυνες και ανθυγιεινές εργασίες.
Ιστορική Κίνηση από την IKEA
Η απόφαση της IKEA να συνεισφέρει οικονομικά προς αυτήν την κατεύθυνση χαρακτηρίζεται ως ιστορική. Η εντεταλμένη της γερμανικής Βουλής για την υποστήριξη των θυμάτων της πρώην Ανατολικής Γερμανίας, Έβελιν Τσούπκε, δήλωσε στη Deutsche Welle ότι η εταιρεία αναλαμβάνει με αυτόν τον τρόπο την ευθύνη της, επισημαίνοντας: «Αυτό μας δείχνει επίσης με χαρακτηριστικό τρόπο πώς μπορούμε ακόμη και σήμερα να βοηθήσουμε ανθρώπους που υπέφεραν στη δικτατορία».
Το πρόγραμμα χρηματοδότησης, το οποίο αναμένεται να επικυρωθεί από τη γερμανική Βουλή μέχρι το τέλος της χρονιάς, αποτελεί μια σημαντική προσπάθεια για τη στήριξη των πρώην πολιτικών κρατουμένων. Μέχρι στιγμής, τα προγράμματα αυτά περιορίζονταν στα κρατίδια της Ανατολικής Γερμανίας, αφήνοντας χωρίς αποζημίωση όσους θύματα διαμένουν σήμερα στη Δυτική Γερμανία. Η κίνηση της IKEA έρχεται να καλύψει αυτό το κενό, παρέχοντας οικονομική στήριξη σε περίπου 2.000 θύματα του καθεστώτος της ΛΔΓ.
Προτροπή για Συμμετοχή και Άλλων Εταιρειών
Η Τσούπκε εξέφρασε την ελπίδα πως η κίνηση της IKEA θα λειτουργήσει ως παράδειγμα και για άλλες μεγάλες εταιρείες που επωφελήθηκαν από την καταναγκαστική εργασία στη ΛΔΓ. Συγκεκριμένα, η ίδια ανέφερε τις Aldi και Otto, οι οποίες επωφελούνταν επίσης από την εργασία των κρατουμένων και δήλωσε: «Συγκεκριμένα εύχομαι εταιρείες όπως οι Aldi και Otto [οι οποίες επωφελούνταν επίσης από την καταναγκαστική εργασία στη ΛΔΓ] να ασχοληθούν επιτέλους ουσιαστικά με το θέμα». Παρά τα πολυάριθμα αιτήματα, οι δύο αυτές εταιρείες, όπως και άλλες, δεν έχουν δείξει προθυμία να αναλάβουν την ευθύνη τους ή να προσφέρουν αποζημιώσεις.
Ο Ρόλος του Σύστηματος Καταναγκαστικής Εργασίας στην Ανατολική Γερμανία
Μια πρόσφατη έρευνα από το Πανεπιστήμιο Humboldt του Βερολίνου φωτίζει τις πολυάριθμες περιπτώσεις καταναγκαστικής εργασίας που επιβλήθηκε σε πολιτικούς κρατούμενους στην Ανατολική Γερμανία. Τα ευρήματα της έρευνας αποκαλύπτουν ότι οι κρατούμενοι δούλευαν υπό απάνθρωπες συνθήκες, παράγοντας αγαθά που κατευθύνονταν στην καπιταλιστική αγορά της Δύσης. Για παράδειγμα, οι φυλακισμένοι κατασκεύαζαν γυναικεία καλσόν που πωλούνταν στα καταστήματα Aldi, φωτογραφικές κάμερες για τις Quelle και Otto, καθώς και κασέτες για την εταιρεία Magna. Το κομμουνιστικό καθεστώς εκμεταλλευόταν έτσι την εργασία των κρατουμένων για να εξασφαλίσει συνάλλαγμα από τις δυτικές εταιρείες.
Η καταναγκαστική εργασία στις φυλακές της Ανατολικής Γερμανίας συνεχίστηκε για δεκαετίες, ξεκινώντας από τη δεκαετία του 1950 και διαρκώντας μέχρι την πτώση της ΛΔΓ. Κάθε χρόνο, από 15.000 έως 30.000 κρατούμενοι εξαναγκάζονταν να εργάζονται σε τομείς όπου οι συνθήκες ήταν σκληρές και πολλές φορές απάνθρωπες.
Οι Συνέπειες της Αντίστασης των Κρατουμένων
Όσοι κρατούμενοι προσπαθούσαν να αντισταθούν στο σύστημα της καταναγκαστικής εργασίας έρχονταν αντιμέτωποι με βαριές τιμωρίες. Οι κυρώσεις περιλάμβαναν την αφαίρεση βασικών προνομίων, όπως η παραλαβή δεμάτων ή το δικαίωμα στις επισκέψεις. Σε ακραίες περιπτώσεις, οι ανυπάκουοι κρατούμενοι απομονώνονταν εντελώς, με περιορισμένη πρόσβαση σε τροφή και σε απάνθρωπες συνθήκες κράτησης.
Η Δέσμευση της IKEA και οι Ελπίδες για Περισσότερη Υποστήριξη
Η IKEA βασίστηκε στις έρευνες του Πανεπιστημίου Humboldt αλλά και σε δικούς της υπολογισμούς για να καταλήξει στο ποσό των έξι εκατομμυρίων ευρώ που θα συνεισφέρει στο ταμείο υποστήριξης των θυμάτων. Ωστόσο, άλλες εταιρείες, αν και έχουν αναγνωρίσει το πρόβλημα, δεν έχουν ακολουθήσει το παράδειγμα της σουηδικής εταιρείας. Η Aldi, για παράδειγμα, μετά τη δημοσίευση της έρευνας, σχολίασε: «Λυπούμαστε και καταδικάζουμε την καταναγκαστική εργασία πολιτικών κρατουμένων και φυλακισμένων για την παραγωγή αγαθών, μία προφανώς συνήθη πρακτική στην πρώην ΛΔΓ», χωρίς όμως να προχωρήσει σε περαιτέρω ενέργειες. Η εταιρεία σημείωσε ότι «εξαιτίας της μεγάλης χρονικής απόστασης από τα περιστατικά δεν είμαστε σε θέση να εξετάσουμε τις σχετικές λεπτομέρειες και να διαπιστώσουμε όσα χρειαζόμαστε για να καταλήξουμε σε μία αποζημίωση».
Η IKEA αναμένεται να παραμείνει η μοναδική εταιρεία που έχει αναλάβει δράση για να συμβάλει ουσιαστικά στην οικονομική υποστήριξη των θυμάτων.
Η Προσωπική Επιθυμία ενός Θύματος
Η απόφαση της IKEA είναι το αποτέλεσμα μακροχρόνιων διαπραγματεύσεων ανάμεσα στην εταιρεία, την Έβελιν Τσούπκε και την Ένωση για τα Θύματα της Κομμουνιστικής Δικτατορίας. Ο Ντίτερ Ντομπρόβσκι, πρόεδρος της Ένωσης και ο ίδιος θύμα καταναγκαστικής εργασίας σε φυλακή της ΛΔΓ τη δεκαετία του 1970, εξέφρασε την προσωπική του ευχή: «Να ακολουθήσουν το παράδειγμα της IKEA και άλλες εταιρείες».