Η προέλευση της λέξης εντοπίζεται στη λατινική λέξη “calenda”, που στα ελληνικά σημαίνει “καλένδες”. Ο όρος αυτός αναφερόταν στην αρχή του νέου μήνα και θεωρείται ότι η προϊστορία τους έχει στενές σχέσεις με την Αρχαία Ελλάδα.
Η λέξη “καλάντα” προέρχεται από τη ελληνική ρίζα “καλώ” και χρησιμοποιείται για να περιγράψει τα δημοτικά ευχετικά τραγούδια που εκτελούνται με τη συνοδεία τριγώνου και άλλων μουσικών οργάνων, συνήθως την παραμονή μεγάλων θρησκευτικών εορτών. Τα τραγούδια αυτά ερμηνεύονται κυρίως από παιδιά που περιφέρονται σε σπίτια, καταστήματα και δημόσιους χώρους, αναμένοντας φιλοδωρήματα μετά τις ευχές τους.
Αρχαία κείμενα έχουν αποκαλυφθεί, τα οποία παρουσιάζουν ομοιότητες με τα σύγχρονα κάλαντα.
Στην Αρχαία Ελλάδα, τα παιδιά κρατούσαν ένα ομοίωμα καραβιού, το οποίο συμβόλιζε την άφιξη του θεού Διόνυσου. Είχαν μαζί τους ένα κλαδί από ελιά ή δάφνη, στολισμένο με καρπούς και λευκό μαλλί (γνωστό ως ειρεσιώνη, προερχόμενο από το έριο = μαλλί), γύριζαν γύρω και τραγουδούσαν, ενώ λάμβαναν δώρα. Στις κλωστές έδεναν τις προσφορές των νοικοκύρηδων.