Η υπόθεση της αρπαγής και της σεξουαλικής κακοποίησης μιας ανήλικης μαθήτριας στη Θεσσαλονίκη, που συνέβη τον Ιούνιο του 2020, επανέρχεται στο Εφετείο, με βασική κατηγορούμενη τη 37χρονη πρώην γειτόνισσα της κοπέλας, η οποία είχε καταδικαστεί πρωτόδικα σε 21 χρόνια και 7 μήνες κάθειρξη. Η κατηγορούμενη παραμένει στις φυλακές, ενώ δίπλα της στο εδώλιο βρίσκεται και ένας 44χρονος άντρας, ο οποίος καταδικάστηκε για συνέργεια στην αρπαγή και του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 4 ετών, με την προϋπόθεση να παραμείνει ελεύθερος μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης σε δεύτερο βαθμό.
Η κατηγορούμενη παραδέχθηκε την πράξη της αρπαγής κατά την πρώτη της τοποθέτηση στο Μικτό Ορκωτό Εφετείο Θεσσαλονίκης, ωστόσο αρνήθηκε τις κατηγορίες για σεξουαλική κακοποίηση της ανήλικης. Συγκεκριμένα, ανέφερε: «Κατάλαβα ότι εξέθεσα το παιδί σε κίνδυνο και παραδέχομαι την αρπαγή- δεν ήταν όμως για να κάνω πράξεις πάνω στο κορίτσι».
Η διαδικασία εξελίχθηκε με την κατάθεση της μητέρας της ανήλικης, η οποία περιέγραψε με συγκίνηση τα γεγονότα που είχαν συγκλονίσει την κοινή γνώμη. Η ίδια ανέφερε πως, αν και δεν είχαν στενές σχέσεις με την κατηγορούμενη, τα παιδιά τους ήταν φίλοι. Περιγράφοντας την πρώτη της συνάντηση με την κόρη της μετά την απελευθέρωσή της, είπε: «Ήταν τρομαγμένη, φοβισμένη, έκλαιγε συνεχώς». Επίσης, αναρωτήθηκε γιατί η κατηγορούμενη πήρε το παιδί της και πρόσθεσε: «Ας έπαιρνε εμένα». Η μητέρα τόνισε πως η κόρη της, που σήμερα είναι 15 ετών, συνεχίζει να μένει σε δομή φιλοξενίας ανηλίκων και την επισκέπτεται δύο φορές τον μήνα, αναφέροντας: «Ένας άγγελος ήταν… Μέχρι και τώρα είναι τρομαγμένη, την παρακολουθούν ψυχολόγοι».
Στο βήμα του μάρτυρα ανέβηκε, στη συνέχεια, μία αστυνομικός που κατά το επίδικο διάστημα υπηρετούσε στην Υποδιεύθυνση Προστασίας Ανηλίκων Θεσσαλονίκης και συμμετείχε στις έρευνες για την εξιχνίαση της πολύκροτης υπόθεσης. Ανέφερε ότι ήταν καταλυτικά όσα περιέγραψε η ανήλικη αφότου εντοπίστηκε, ενώ περιέγραψε την ανήλικη ως «εξαιρετικά έξυπνο και εύστροφο κορίτσι, πολύ πιο ώριμο από την ηλικία του». «Όταν την εντοπίσαμε και της μιλήσαμε βρισκόταν σε σύγχυση, έδειχνε να χάνεται», κατέθεσε και πρόσθεσε πως φαινόταν να βρίσκεται υπό την επήρεια ναρκωτικών ουσιών, κάτι που επιβεβαιώθηκε αργότερα ιατροδικαστικά (ανιχνεύθηκαν χάπια και κοκαΐνη). Με βάση όσα μετέφερε η ανήλικη προέκυψαν, σύμφωνα με τη μάρτυρα αστυνομικό, οι συνδεόμενες με τη σεξουαλική κακοποίησή της πράξεις. «Όταν η ανήλικη είδε στην τηλεόραση την αγγελία AMBERT ALERT ότι αναζητείται, κατάλαβε ότι η μητέρα της δεν γνώριζε πού βρίσκεται», συμπλήρωσε σε άλλο σημείο της εξέτασής της η αστυνομικός.
Η δίκη βρίσκεται σε εξέλιξη με την εξέταση των υπολοίπων μαρτύρων του κατηγορητηρίου και στη συνέχεια θα ξεκινήσουν οι απολογίες.